Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Η τέχνη να λέμε όχι

Του Τζωρτζ Στάϊνερ.

Ποιές είναι οι λέξεις κλειδιά που μας είναι απαραίτητες για να προσανατολιστούμε μέσα στη σύγχυση των καιρών μας;


Το ερώτημα αυτό απηύθηνε ο συντάκτης της ιταλικής εφημερίδας "La Repubblica" Φράνκο Μαρκοάλντι στο κριτικό και στοχαστή Τζωρτζ Στάϊνερ. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από την απάντηση που έδωσε ο Στάϊνερ.


"Θα ξεκινούσα από μία από τις πιό μικρές και πιό απλές λέξεις του λεξιλογίου: τη λέξη "όχι". Έχουμε χάσει τη τέχνη να λέμε "όχι". Όχι στην ωμότητα της πολιτικής, όχι στη τρέλλα των οικονομικώς αδικιών που μας περιβάλλουν, όχι στην εισβολή της γραφειοκρατίας στη καθημερινή μας ζωή. Όχι στην ιδέα ότι μπορούν να γίνονται αποδεκτοί ως φυσιολογικοί οι πόλεμοι, η πείνα, η παιδική σκλαβιά.Υπάρχει μια πελώρια ανάγκη να ξαναρχίσουμε να προφέρουμε αυτή τη λέξη. Κι όμως είμαστε ανίκανοι σε αυτό. Πιστέψτε με, τρομάζω μπροστα στην ενδοτικότητα τόσων καθώς πρέπει προσώπων, που έχουν μεταμορφωθεί σε πρωταθλητές της μοιρολατρίας. Που δηλώνουν ανοιχτά το σκεπτικισμό τους σχετικά με το ανώφελο της διαμαρτυρίας, λες και το να διαμαρτύρεται κανείς έχει γίνει κάτι το ενοχλητικό. 


Οι μεγαλύτερες όμως προσωπικότητες του καιρού μας, ο Νέλσον Μαντέλα, ο Βάτσλαβ Χάβελ, δεν ένιωσαν ποτέ αυτό το τύπο της ενόχλησης. Ωστόσο, η οικογένεια και το σχολείο, για να μη μιλήσουμε για όλο το σύστημα όλων των μέσων μαζικής επικοινωνίας, μεταδίδουν συστηματικά αυτόν τον ιό. Μας προδιαθέτουν για τον πιό ολικό κομφορμισμό.


Γι αυτό είναι θεμελιώδες να ξαναρχίσουμε την αντίσταση ενάντια στα ψεύτικα είδωλα του καιρού μας. Ξεκινώντας από το κυριώτερο: το χρήμα. Χρειάζεται να αντισταθούμε στο φασισμό του χρήματος. Μιλώ για φασισμό, γιατί δεν βρίσκω πιό κατάλληλο όρο για να περιγράψω την καταιγιστική διάδοση μιάς λογοκριτικής και διασπαστικής εξουσίας. Σήμερα όλα μυρίζουν χρήμα.


Η ίδια η πολιτική εξουσία βρίσκεται στα χέρια του χρήματος. Σας αναφέρω ένα πρόσφατο παράδειγμα: Πρόσφατα είδαμε να κλείνουν τράπεζες και εργοστάσια. Είδαμε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσωπα να χάνουν τη δουλειά τους και ταυτόχρονα παρακολουθήσαμε το επαίσχυντο θέαμα των διευθυντικών στελεχών που αποχωρούσαν εισπράτοντας πελώρια ποσά ως μπόνους.


Δεν είναι απόλυτο αίσχος; Θα ευχόμουν μπροστά σε όλα αυτά να υψωνόταν ισχυρό από τους δρόμους και τις πλατείες το "όχι". Αντίθετα όμως, κυριάρχησε η συνήθης θλιβερή παθητικότητα. Προφανώς το άτομο παραμένει παθητικό επειδή έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα σχηματισμό ανώνυμων δυνάμεων τόσο ισχυρό ώστε να παραλύει κάθε αντίδραση.


Υπάρχει, όμως, κι ένας άλλος παράγοντας που δεν πρέπει να τον λησμονάμε: η καταστροφή των ιδεολογιών του εικοστού αιώνα, ξεκινώντας από το μαρξισμό στις διάφορες πολιτικές εφαρμογές του, άφησε πίσω της καμένη γη. Και η καταστροφή δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και πολιτισμική.


Για να συνεννοούμαστε: η Ιταλία χωρίς τον Γκράμσι είναι μια ακρωτηριασμένη χώρα, μια αγνώριστη χώρα. Βλέπετε, όταν ήμουν νέος, οι άνθρωποι μπορούσαν ακόμα να κάνουν αυτά που εγώ αποκαλώ "δημιουργικά " λάθη. Επειδή στη ζωή ενός νέου είναι θεμελιώδες το να μπορεί να κάνει λάθει, για να δημιουργεί μια έντονη και παθιασμένη ζωή. Σήμερα αυτό δεν είναι πλέον δυνατό. Και είναι τρομερό να σκεφτούμε ένα δεκαοχτάχρονο που βλέπει να του αρνούνται κάθε ιδεολογικό και ουτοπικό ενθουσιασμό.


Υπάρχει ένα μικρό επεισόδιο που για μένα αντιπροσώπευε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Ήμασταν στο καιρό του ανταρτοπόλεμου στη Λατινική Αμερική. Η συζήτηση με μιά ομάδα φοιτητών μου προεκτάθηκε στονστον ισπανικό εμφύλιο. Τους ρώτησα αν θα πραγματοποιούσαν ποτέ επιλογές ανάλογες με εκείνες των γονέων τους, οι οποίοι είχαν πολεμήσει ή και είχαν σκοτωθεί για την ελευθερία αυτής της χώρας. Την επομένη μέρα έλαβα μια επιστολή που έλεγε: "Αγαπητέ καθηγητή Στάϊνερ, στη τωρινή κατάσταση, οποιαδήποτε εμπλοκή σε διεθνείς μάχες για την ελευθερία θα μας μετέτρεπε αναπόφευκτα σε συνενόχους".


Δέστε τι τρομερά πράγματα έκαναν οι κομμουνιστές, δέστε τι τρομερά πράγματα κάνει η CIA. Λυπούμαστε, εμείς δεν θέλουμε να εξαπατηθούμε άλλη μιά φορά. Αν η μοναδική έγνοια είναι να μην εξαπατηθούμε, που θα βρούμε τη δύναμη για να πραγματοποιήσουμε ένα άλμα της φαντασίας; Να σκεφτούμε κάτι πιό μεγάλο από τον εαυτό μας;


Η δεύτερη λέξη είναι η "ιδιωτικότητα". Ήδη δεν υπάρχει πτυχή της ιδιωτικής ζωής, ακόμα και η πιό ιερή και η πιό μύχια, που να μην επιδεικνύεται και να μην εκτίθεται δημόσια. Σε όλα τα πεδία είναι σε δράση μια επεκτατική "βιομηχανία της διείσδυσης" (που συμπεριλαμβάνει την ψυχανάλυση, καθώς και τη γραφειοκρατία, το σύστημα των μέσων μαζικής επικοινωνίας, καθώς και τις ιατρικές θεραπείες), η οποία αποβλέπει στο να απογυμνώσει την ανθρώπινη ύπαρξη από αυτό το αναπαλλοτρίωτο προσωπικό μυστικό.


Ενώ η αληθινή δύναμη του καθενός εμπερικλείεται σε αυτό που μπορεί και πρέπει να κρατάει μέσα του. Όπως υπενθύμιζε ο Χάϊντεγκερ, κανείς δεν μπορεί να πεθάνει "στη θέση σου". Και το μεγαλείο κάθε ανθρώπου έγκειται στην ικανότητά του να αντιμετωπίζει μέσα στη μοναξιά κάθε δύσκολη μετάβαση της ύπαρξής του, συμπεριλαμβανομένων των αποτυχιών, των ασθενειών, των κακοτυχιών. Στον άνθρωπο υπάρχει ένα συναίσθημα ίσως ακόμα πίο ισχυρό από την αγάπη και το μίσος. Σκέφτομαι εκείνα τα "βαθιά πάθη", που είναι συχνά ανεξήγητα, για κάτι που στα μάτια μας προσλααμβάνει υπέρτατη αξία. Στο πεδίο του αληθινού πάθους κρίνεται η μοίρα μας (...)".




ΣΤΑΙΝΕΡ ΤΖΟΡΤΖΟ Τζωρτζ Στάινερ γεννήθηκε το 1929 στο Παρίσι από Εβραίους γονείς αυστριακής καταγωγής. Η οικογένειά του μετανάστευσε στην Αμερική το 1940. Ήδη από τα πρώτα του παιδικά χρόνια μιλούσε τρεις γλώσσες· αργότερα σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, στο Χάρβαρντ και στην Οξφόρδη με υποτροφία Rhodes. Δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία στα Πανεπιστήμια του Καίμπριτζ, της Γενεύης και της Οξφόρδης και συνεργάστηκε, ως κριτικός λογοτεχνίας με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες του καιρού μας. Πρώτο του βιβλίο ήταν η μελέτη "Τολστόι ή Ντοστογιέφσκι" (1958). Ακολούθησαν τα έργα "The Death of Tragedy" ("Ο θάνατος της τραγωδίας", 1960, ελλ. εκδ. Δωδώνη), "Language and Silence" ("Γλώσσα και σιωπή", 1967), "In Bluebeard's Castle: Some Notes Towards the Redefinition of Culture" ("Στο κάστρο του Κυανοπώγωνα: Σημειώσεις για τον επαναπροσδιορισμό της κουλτούρας", 1971, ελλ. εκδ. Scripta), "After Babel" ("Μετά τη Βαβέλ", 1975, ελλ. εκδ. Scripta), "On Difficulty" ("Περί δυσκολίας", 1978, ελλ. εκδ. Ψυχογιός), "Antigones" ("Αντιγόνες", 1984, ελλ. εκδ. Καλέντης), "Real Presences" ("Πραγματικές παρουσίες", 1989), "Heidegger" ("Χάιντεγκερ", 1992), "No Passion Spent" ("Αξόδευτα πάθη", 1996, ελλ. εκδ. Νεφέλη), "Grammars of Creation" ("Γραμματικές της δημιουργίας", 2001), η σύντομη αυτοβιογραφία του "Errata" (1998) και το μυθιστόρημα "The Deeps of the Sea" ("Τα βάθη της θάλασσας", 1996).

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011


Θαυμαστή αλιεία.


+Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου

Ένα πρωινό στην ακτή της λίμνης Γεννησαρέτ, ο Ιησούς Χριστός βρέθηκε περικυκλωμένος από το λαό. Εκεί κοντά ήσαν αραγμένα δύο αλιευτικά πλοιάρια και πιο πέρα οι ψαράδες έπλεναν τα δίχτυα. Καθώς λοιπόν ο Ιησούς Χριστός βρέθηκε μέσα στο πλήθος του λαού, για να τον βλέπουν όλοι και να τον ακούν καλύτερα, σκέφτηκε να κάνει άμβωνα και διδασκαλικό βήμα ένα από τα πλοιάρια που ήσαν εκεί. Το πλοιάριο ήταν του Πέτρου, μπήκε λοιπόν σ’ αυτό κι είπε στον ψαρά να τραβήξει λίγο στ’ ανοιχτά. Κάθισε επάνω στο πλοίο κι από κει άρχισε να διδάσκει το λαό. Ας ακούσουμε όμως στη νεοελληνική δημοτική γλώσσα την ευαγγελική περικοπή, που θα διαβαστεί αύριο στη θεία Λειτουργία.
«Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς στεκότανε στην ακτή της λίμνης Γεννησαρέτ και είδε εκεί κοντά δυο πλοιάρια, ενώ οι ψαράδες πιο πέρα έπλεναν τα δίχτυα. Τότε μπήκε σ’ ένα από τα πλοιάρια που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να ξεμακρύνει λίγο από τη στεριά· ύστερα κάθισε και δίδασκε από το πλοιάριο τα πλήθη. Και μόλις έπαψε να ομιλεί είπε στο Σίμωνα· «Πήγαινε στα βαθειά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα». Τότε αποκρίθηκε ο Σίμωνας και είπε· «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα κοπιάσαμε και δεν πιάσαμε τίποτε, μα σαν το λες εσύ θα ρίξω το δίχτυ». Έτσι λοιπόν έκαναν κι έπιασαν πολλά ψάρια, που άρχισε να σκίζεται το δίχτυ τους. Τότε έκαναν νόημα στους συνέταιρους που ήσαν στο άλλο πλοιάριο για να έρθουν να τους βοηθήσουν κι εκείνοι ήλθαν και γέμισαν και τα δυο πλοιάρια, ώστε να κινδυνεύουνε να βυθιστούν. Όταν ο Σίμωνας Πέτρος είδε αυτό που έγινε, έπεσε στα γόνατα του Ιησού και είπε· «Φύγε από μένα, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Ζαλίστηκε βέβαια κι αυτός κι όλοι που ήσαν μαζί του με τα ψάρια που έπιασαν το ίδιο κι ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, που ήσαν συνεταίροι του Σίμωνα. Τότε ο Ιησούς είπε στο Σίμωνα «Μη φοβάσαι, από τώρα και στο εξής θα πιάνεις ανθρώπους». Κι όταν άραξαν τα πλοία στη στεριά, τα άφησαν όλα και πήγαν μαζί του
Ας φέρουμε μπροστά στα μάτια μας αύτη την εικόνα· ο λαός να κάθεται στην αμμουδιά κι ο Χριστός να διδάσκει από το πλοίο. Κι ας σκεφτούμε πόσο άπλες και χωρίς επίδειξη είναι οι θείες ενέργειες. Μέσα σ’ αυτή την απλότητα είναι όλη η θεϊκή μεγαλοπρέπεια. Κι εμείς νομίζομε, αν δώσουμε επισημότητα στα λόγια μας κι αν κρατήσουμε τον κόσμο σε απόσταση, πως αυτό τάχα μας κάνει σπουδαίους και μας επιβάλλει στους ανθρώπους. Μα δεν υπάρχει άλλη μεγαλοπρέπεια από την απλότητα και την ταπεινοσύνη. Ας χαρούμε λοιπόν σ’ όλη της τη φυσική απλότητα τη σκηνή της λίμνης Γεννησαρέτ, όπου ο λαός κάθεται στην ακτή κι ο Ιησούς Χριστός διδάσκει από το πλοίο. Κι ας εκτιμήσουμε όσο πρέπει αυτή την απλότητα, μέσα στην οποία είναι η αλήθεια του Ευαγγελίου και της ζωής. Γιατί, καθώς το Ευαγγέλιο δεν είναι θεωρία, αλλά ζωή, έτσι και είναι απλό, καθώς απλή και φυσική είναι η ζωή. Όταν λέμε πως το Ευαγγέλιο είναι ζωή, αυτό ακριβώς εννοούμε, ότι ο ευαγγελικός λόγος δεν είναι σειρά συλλογιστικών συμπερασμάτων, άλλα μια φυσική και ζωντανή πραγματικότητα.
Η «θαυμαστή αλιεία» μετά τη διδαχή του Ιησού Χριστού, ήταν ένα «σημείο», που επισφράγισε το λόγο του θείου Διδασκάλου και εδραίωσε την εμπιστοσύνη σ’ αυτόν των απλών ψαράδων της Γεννησαρέτ. Καθώς σπαρτάριζαν τα ψάρια στα καταστρώματα των πλοιαρίων, έτσι σκιρτούσαν κι οι καρδιές μέσα στα δυο ζευγάρια των αδελφών, που έγιναν οι πρώτοι μαθητές κι ύστερα απόστολοι του Ιησού Χριστού. Μέσα στους δυο αδελφούς, τον Ανδρέα και τον Πέτρο και τους δυο άλλους αδελφούς, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, δεν έμενε πια κανένας δισταγμός. Όλα τούς έπειθαν πως ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας. Το σημερινό «σημείο» τους βεβαίωσε πια πως αυτός είναι εκείνος που περίμεναν και πως κοντά του βρίσκει εκπλήρωση η προσδοκία τους. Γι’ αυτό ο λόγος του Ιησού Χριστού στον Πέτρο· «από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών», αν και παραβολικός και κάπως αινιγματικός, είχε το άμεσο και βέβαιο αποτέλεσμά του. Οι τέσσερις ψαράδες, όπως κι αν τον κατάλαβαν, ο καθένας τον άκουσε χωριστά για τον εαυτό του. Όλα ήσαν έτοιμα, όλα ήσαν ώριμα. Οι ψαράδες έσυραν τα πλοιάρια τους στη στεριά, τα παράτησαν όλα και πήγαν με τον Ιησού Χριστό.
Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να πούμε πως αυτή η ευαγγελική περικοπή δεν ομιλεί για την εκλογή των Αποστόλων παρά μόνο για την κλήση τους. Η εκλογή είναι απόρρητο μυστήριο της βουλής του Θεού· η κλήση είναι ένα γεγονός στην ιστορία της «ενσάρκου οικονομίας» του Λόγου του Θεού. Στο γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να νομίζουμε πως χωρίς άλλη φυσική αιτία οι ψαράδες της Γεννησαρέτ παράτησαν την εργασία τους και πήγανε να γίνουν μαθητές του Ιησού Χριστού. Χρειάστηκε να τους προετοιμάσει ο βαπτιστής Ιωάννης, χρειάστηκε να ακούσουν πρώτα τη διδαχή του Ιησού Χριστού και να δουν «σημεία», για να τα αφήσουν όλα και να πάνε μαζί του. Αυτός, που τώρα σύχναζε εδώ τριγύρω στις ακτές της λίμνης και τις όχθες του Ιορδάνη· αυτός, που δίδασκε κι ήταν σαν και να συνέχιζε το έργο του Ιωάννη· αυτός, που ο Βαπτιστής τον έδειχνε στους μαθητές του κι έλεγε· «ίδε ο αμνός του Θεού…»· ο Ιησούς λοιπόν, ύστερα κι απ’ αυτό που είδαν σήμερα, ήταν άξιος για να τον ακούσουν και να πάνε μαζί του.
Αυτό, που κάνουν τώρα οι ψαράδες, είναι βέβαια μια πράξη απεριόριστης εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, αλλά και απόλυτης ανεξαρτησίας των από τα πράγματα του βίου. Τα πλοία και τα δίκτυα κι όλα τα σύνεργα της ψαρικής ήσαν μια περιουσία  ό,τι τέλος πάντων είχαν στη διάθεσή τους οι άνθρωποι εκείνοι, για να μπορούν να δουλέψουν και να βγάλουν το ψωμί τους. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί δεν ήσαν αργόσχολοι, από κείνους που ο Απόστολος τούς ονομάζει «περιεργαζομένους», από κείνους δηλαδή που, όταν οι άλλοι εργάζονται, αυτοί συζητούν και κάνουν σχέδια, τάχα για να φτιάξουν τον κόσμο. Οι πρώτοι αυτοί μαθητές έχουν τη δουλειά τους, έχουν τη σειρά τους, δεν είναι απρόκοποι και χασομέρηδες. Και σε μια στιγμή, όταν ακούνε την κλήση τους, τα αφήνουν όλα και πάνε με κείνον που τους καλεί. Μυστήριο ανεξήγητο είναι η εκλογή των Αποστόλων, μα και η κλήση τους και η υπακοή τους δεν είναι από κείνα που εξηγούνται εύκολα. Κανείς δεν μπορεί να ξεδιαλύνει τον τρόπο με τον οποίο κινείται η αγάπη και η σοφία του Θεού σε ό,τι κάνει για τη σωτηρία του άνθρωπου. Κι όταν θαρρούμε πως ολωσδιόλου φυσικά γίνονται όσα γίνονται, πάλι πίσω απ’ όσα βλέπομε είναι το αδιόρατο χέρι του Θεού.
Ας μην το ξεχνάμε από πότε και πως κηρύχτηκε στον κόσμο το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. «Πολυμερώς και πολυτρόπως…», γράφει ο Απόστολος, ο Θεός λάλησε στους Προφήτες. Όταν ήλθε «το πλήρωμα του χρόνου», κατέβηκε από τον ουρανό στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού, και ξεκίνησε από τη Γαλιλαία, με κάποιους απλούς ανθρώπους, που είχαν μέσα τους προσμονή κι ελπίδα σωτηρίας· που είχαν τη δύναμη για την κλήση τους να αρνηθούν τον κόσμο. Γιατί στον κόσμο δεν είναι άλλο από την κλήση, από τη φωνή του Θεού, που σε καλεί και σε στέλνει να κάνεις πιστά κι αφοσιωμένα έργο οικοδομής, έργο για σένα και για τους γύρω σου, έργο για τη δόξα του Θεού και για τη σωτηρία σου. Και στον κόσμο έχουν όλοι κλήση, χαρά στον μόνο που φροντίζει να την ξέρει και να της είναι πιστός. Αμήν.
(Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Δυονυσίου (+). «Επί πτερύγων ανέμων», τ. Α΄΄,  σ. 201-206. Εκδ. Νεκτ. Παναγόπουλος)

Η σακούλα με τις καραμέλες


Μέτρησα τα χρόνια της ζωής μου.(Του Mario Raul de Morais Andrade)



«Μέτρησα τα χρόνια μου και συνειδητοποίησα, ότι μου υπολείπεται λιγότερος χρόνος ζωής απ’ ότι έχω ζήσει έως τώρα… 
Αισθάνομαι όπως αυτό το παιδάκι που κέρδισε μια σακούλα καραμέλες: τις πρώτες τις καταβρόχθισε με λαιμαργία αλλά όταν παρατήρησε ότι του απέμεναν λίγες, άρχισε να τις γεύεται με βαθιά απόλαυση.
Δεν έχω πια χρόνο για ατέρμονες συγκεντρώσεις όπου συζητούνται, καταστατικά, νόρμες, διαδικασίες και εσωτερικοί κανονισμοί, γνωρίζοντας ότι δε θα καταλήξει κανείς πουθενά.
Δεν έχω πια χρόνο για να ανέχομαι παράλογους ανθρώπους που παρά τη χρονολογική τους ηλικία, δεν έχουν μεγαλώσει.
Δεν έχω πια χρόνο για να λογομαχώ με μετριότητες.
Δε θέλω να βρίσκομαι σε συγκεντρώσεις όπου παρελαύνουν παραφουσκωμένοι εγωισμοί.
Δεν ανέχομαι τους χειριστικούς και τους καιροσκόπους.
Με ενοχλεί η ζήλια και όσοι προσπαθούν να υποτιμήσουν τους ικανότερους για να οικειοποιηθούν τη θέση τους, το ταλέντο τους και τα επιτεύγματα τους.
Μισώ, να είμαι μάρτυρας των ελαττωμάτων που γεννά η μάχη για ένα μεγαλοπρεπές αξίωμα. Οι άνθρωποι δεν συζητούν πια για το περιεχόμενο… μετά βίας για την επικεφαλίδα.
Ο χρόνος μου είναι λίγος για να συζητώ για τους τίτλους, τις επικεφαλίδες. Θέλω την ουσία, η ψυχή μου βιάζεται…Μου μένουν λίγες καραμέλες στη σακούλα…
Θέλω να ζήσω δίπλα σε πρόσωπα με ανθρώπινη υπόσταση.
Που μπορούν να γελούν με τα λάθη τους.
Που δεν επαίρονται για το θρίαμβό τους.
Που δε θεωρούν τον εαυτό τους εκλεκτό, πριν από την ώρα τους.
Που δεν αποφεύγουν τις ευθύνες τους.
Που υπερασπίζονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
Και που το μόνο που επιθυμούν είναι να βαδίζουν μαζί με την αλήθεια και την ειλικρίνεια.
Το ουσιώδες είναι αυτό που αξίζει τον κόπο στη ζωή.
Θέλω να περιτριγυρίζομαι από πρόσωπα που ξέρουν να αγγίζουν την καρδιά των ανθρώπων…
Άνθρωποι τους οποίους τα σκληρά χτυπήματα της ζωής τους δίδαξαν πως μεγαλώνει κανείς με απαλά αγγίγματα στην ψυχή.
Ναι, βιάζομαι, αλλά μόνο για να ζήσω με την ένταση που μόνο η ωριμότητα μπορεί να σου χαρίσει.
Σκοπεύω να μην πάει χαμένη καμιά από τις καραμέλες που μου απομένουν…Είμαι σίγουρος ότι ορισμένες θα είναι πιο νόστιμες απ’ όσες έχω ήδη φάει.
Σκοπός μου είναι να φτάσω ως το τέλος ικανοποιημένος και σε ειρήνη με τη συνείδησή μου και τους αγαπημένους μου.
Εύχομαι και ο δικός σου να είναι ο ίδιος γιατί με κάποιον τρόπο θα φτάσεις κι εσύ…»
Από τον Mario de Andrade (Ποιητή, συγγραφέα, δοκιμιογράφο και μουσικολόγο από τη Βραζιλία)

 

ΠΗΓΗ: Περιοδ. «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων Ἀθηνῶν),
Τεῦχος Αὐγ. – Σεπτ. 2011, ἀρ. τ. 110-111

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Τα "κακά παιδιά" της ελληνικής εκπαίδευσης


Γράφει ο Κωνσταντίνος Αδριανουπολίτης
Εκπαιδευτικός – ερευνητής
Πρόεδρος Ε.Ε.Τ.Ε.Κ.
Στην Ελλάδα αποτελεί κοινή πεποίθηση σε όλους ανεξαιρέτως (γονείς, μαθητές ακόμη και δασκάλους) ότι στο τεχνικό σχολείο πηγαίνουν οι «κακοί μαθητές». Το γεγονός ότι οι μαθητές μας, που φοιτούν στην τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση, έχουν κατά κανόνα ελλείψεις στα μαθήματα γενικής παιδείας ισχυροποιούν αυτή την πεποίθηση.

Η κακή επίδοση των μαθητών αυτών, στα μαθήματα γενικής παιδείας, οφείλεται σε διάφορες αιτίες η σημαντικότερη από τις οποίες είναι η   κοινωνικο-οικονομική τους προέλευση. Τα παιδιά που παρακολουθούν την τεχνολογική επαγγελματική εκπαίδευση στη χώρα μας, προέρχονται στη συντριπτική τους πλειονότητα, από μεσαία και κατώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα.

Εάν ανατρέξουμε στην κοινωνιολογία της εκπαίδευσης θα δούμε ότι σύμφωνα με μακρόχρονες κοινωνιολογικές έρευνες, γενικά αποδεκτές, που δημοσιεύει η Ουνέσκο και ο ΟΟΣΑ, έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι δε χωρίζονται σε «φυσικά» ικανούς και «φυσικά» ανίκανους, απλώς γεννιούνται σε οικογένειες οικονομικά και μορφωτικά στερημένες και δε σπουδάζουν, και σε οικογένειες που ανήκουν σε οικονομικά και μορφωτικά προνομιούχα κοινωνικά στρώματα και επιδεικνύουν όχι μόνο ικανότητες, αλλά και επιθυμία για μακρόχρονες σπουδές και κλίση προς τα γράμματα. Σε όλες τις χώρες τα παιδιά των φτωχών αγροτών και εργατών «δεν παίρνουν τα γράμματα» και των πλουσίων και μορφωμένων «γεννιούνται ευφυή»!

Εκτός από την κοινωνικο-οικονομική προέλευση, οι ελλείψεις των μαθητών μας προέρχονται και από την πλημμελή λειτουργία της 9χρονης υποχρεωτικής γενικής εκπαίδευσης στην οποία η θεωρητικολογία, ο δασκαλοκεντρισμός και η απομνημόνευση κυριαρχούν.

Στην 9χρονη υποχρεωτική γενική εκπαίδευση της χώρας μας δεν εκτιμάται με επάρκεια αυτό που είναι επιστημονικά-παιδαγωγικά αποδεδειγμένο ότι δηλαδή μέρος των μαθητών έχουν διαφορετικές (όχι μειωμένες) αντιληπτικές ικανότητες και δεν αντιλαμβάνονται μόνο με τη θεωρητική διδασκαλία αλλά χρειάζονται και την εφαρμοσμένη γνώση, το πείραμα και την εργαστηριακή άσκηση, ένα εκπαιδευτικό κομμάτι στο οποίο όλη η παιδεία μας υστερεί τραγικά. Η πρακτική άσκηση δεν υπάρχει ουσιαστικά αν και είναι γνωστό από την παιδοψυχολογία, τον jean Piaget, τους Αμερικανούς ψυχολόγους και όλες τις σύγχρονες έρευνες ότι «η χειρωνακτική επιδεξιότητα και η διανοητική ικανότητα όχι μόνο δεν αντιτίθενται, αλλά συμβαδίζουν σε βαθμό που η παραμέληση της μιας να αναστέλλει την εξέλιξη της άλλης». Κι ακόμη, στην προσχολική και την πρώτη σχολική ηλικία η χειρωνακτική επιδεξιότητα (η εκμάθηση και η καλλιέργεια της) αποτελεί βασικό συστατικό στην ανάπτυξη των διανοητικών ικανοτήτων , της ευφυΐας.

Το αποτέλεσμα της λανθασμένης εκπαιδευτικής πρακτικής που ακολουθούμε είναι ότι ένα μέρος των μαθητών παραγκωνίζεται ή «περιθωριοποιείται» από το εκπαιδευτικό σύστημα (προγράμματα σπουδών, εκπαιδευτικούς κλπ.) και οι ίδιοι οι μαθητές (καθώς και οι γονείς τους) πείθονται ότι «δεν παίρνουν τα γράμματα» και θα ήταν καλό να μάθουν μια τέχνη!

Είναι φανερό ότι με την κατάσταση αυτή η τεχνολογική επαγγελματική εκπαίδευση «κληρονομεί» από την υποχρεωτική γενική εκπαίδευση τις ατέλειές της και είναι υποχρεωμένη να λειτουργήσει με μαθητές που έχουν ακόμη και βασικές ελλείψεις στα γενικά μαθήματα. Είναι αρκετοί αυτοί που ισχυρίζονται ότι από την τεχνική εκπαίδευση «βγαίνουν αγράμματοι μαθητές» και λίγοι εκείνοι που αντιλαμβάνονται ότι στην πραγματικότητα «μπαίνουν αγράμματοι μαθητές» στη λυκειακή βαθμίδα όπου η κατάσταση δεν είναι εύκολα αναστρέψιμη.

Άλλος αρνητικός συντελεστής που υπάρχει στη χώρα μας και συντηρεί το φαύλο κύκλο που αναφέραμε είναι η φανερή ή όχι αντίδραση των ανθρώπων του πνεύματος που δραστηριοποιούνται στο χώρο της εκπαίδευσης. Διευκρινίζοντας το σημείο αυτό αναφέρουμε ότι η αποστροφή προς τα μεσαία τεχνικά επαγγέλματα παραπέμπει σε αυτό που ο Pierre Bourdieu ονόμασε «ρατσισμό της διανόησης» ο οποίος εμφανίζεται στο εσωτερικό του στρατοπέδου της πνευματικής εργασίας ενώ τα αποτελέσματα αφορούν, πέρα από το χώρο του πνεύματος, την ίδια τη δομή του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας.

Εκτός όλων των προβλημάτων που αναφέραμε το τεχνικό σχολείο, στην Ελλάδα, έχει να αντιμετωπίσει και κάποιους πολέμιους, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι οι φυσικοί του σύμμαχοι. Οι πολέμιοι αυτοί είναι οι διανοούμενοι που δραστηριοποιούνται στο χώρο της αριστεράς, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι το «τεχνικό σχολείο» ως υποβαθμισμένο αναπαράγει την ταξικότητα σε βάρος των παιδιών της λαϊκής τάξης και διεκδικούν μια άλλη κοινωνική αναπαραγωγή μέσα από το γενικό σχολείο το οποίο θεωρείται αναβαθμισμένο και αξιοκρατικό. Με τον τρόπο αυτό παγιδεύονται και ενισχύουν το μύθο του αξιοκρατικού - αναβαθμισμένου σχολείου και ισχυρίζονται ότι τα παιδιά της λαϊκής τάξης πρέπει να φοιτούν σε αυτό.

Αντίθετα με την αντίληψη αυτή, η κοινωνιολογική έρευνα έχει αποδείξει περίτρανα ότι σε όλες τις χώρες το δημοκρατικό σχολείο, το ανοιχτό σε όλους, το σχολείο που επιλέγει μόνο με κριτήρια αξιών, στέλνει με μεγάλη στατιστική αυστηρότητα τα παιδιά των προνομιούχων οικονομικά και μορφωτικά στην ανώτατη εκπαίδευση και τα παιδιά των μη προνομιούχων τάξεων στην αγορά εργασίας αμέσως μετά το τέλος της υποχρεωτικής φοίτησης ή με ένα έως δύο χρόνια επαγγελματική ειδίκευση μετά απ' αυτήν.

Οι διανοούμενοι που προαναφέραμε, φαίνεται να αγνοούν ότι στην κοινωνι­κή αναπαραγωγή ή εκπαίδευση παίζει ένα σπουδαίο ρόλο, ο οποίος είναι πάντα δευτερεύων σε σχέση με τη διευρυμένη αναπαραγωγή των κοινωνι­κών ρόλων και λειτουργιών που συγκροτούν τον κοινωνικό καταμερισμό εργα­σίας. Η διευρυμένη αναπαραγωγή των κοινωνικών λειτουργιών και θέσεων αποτελεί την κύρια πλευρά της αναπαραγωγής. Συνεπώς το σχολείο, το είδος του σχολείου, δεν παράγει, τη διάκριση, την κοινωνική αδικία και τούτο διότι το σχολείο, το εκπαιδευτικό σύστημα ακολουθεί τις κοινωνικές εξελίξεις, και δεν προηγείται από αυτές.

Η υποτίμηση και η αποστροφή της ελληνικής κοινωνίας προς το τεχνικό σχολείο δεν υπάρχει στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη και ειδικά στα ανεπτυγμένα όπου η τεχνολογική επαγγελματική εκπαίδευση είναι αναβαθμισμένη και την ακολουθεί η μεγάλη πλειονότητα των μαθητών μετά το Γυμνάσιο.

Για παράδειγμα στη Φινλανδία, της οποίας οι μαθητές στο τέλος της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης κατατάσσονται, στους διεθνείς διαγωνισμούς PISA, πρώτοι πανευρωπαϊκά στα μαθήματα γενικής παιδείας, συνεχίζουν τις σπουδές τους στη λυκειακή βαθμίδα (επίπεδο 3 – upper secondary) στην τεχνική εκπαίδευση σε ποσοστό 64% (Cedefop 2008).