Πότε το διαθέσιμο υλικό αποτυπώνει τις πολιτικές διαστάσεις των γεγονότων που απεικονίζει
ΤΟΥ ΠΡΟΚΟΠΗ ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ
Αναγκαία και ικανή συνθήκη γα την ανάγνωση της φωτογραφίας ως προς τις πληροφορίες που παρέχει και την πολιτική διάσταση που περιέχει είναι η γνώση, η ιστορική γνώση της περιόδου στην οποία εντάσσεται.
Στόχος του κειμένου είναι να εξετάσει, με βάση το φωτογραφικό υλικό που έχουμε στη διάθεσή μας, πότε και σε ποιο βαθμό οι φωτογραφίες αποτυπώνουν και την πολιτική διάσταση των γεγονότων που απεικονίζουν, και σε τι πλαίσιο γίνεται αυτό. Επιπλέον, σε ποιες περιπτώσεις η συμβολή του ίδιου του φωτογράφου στην αποτύπωση αυτής της πολιτικής διάστασης είναι καθοριστική.
Ο ανώνυμος Αυστραλός φωτογράφος της στρατιωτικής φωτογραφικής μονάδας που συνοδεύει την αυστραλέζικη μεραρχία στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941 και αποχωρεί μαζί της κατά την υποχώρηση, έχει άλλη αντίληψη και εικόνα για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα και άλλη ο Σπύρος Μελετζής, όταν αποφασίζει να ανεβεί στο βουνό και να φωτογραφίσει το κίνημα της Αντίστασης.
Οταν την αποτύπωση των γεγονότων αυτής της περιόδου αναλαμβάνει μία κρατική υπηρεσία, στην περίπτωσή μας οι φωτογραφικές υπηρεσίες του βρετανικού στρατού, η φωτογραφική απεικόνιση αυτής της περιόδου, αλλά και η χρήση των φωτογραφιών που προκύπτουν, εντάσσονται αναπόφευκτα στην πολιτική που εφαρμόζει για τη χώρα αυτή η βρετανική κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό η θεματική των φωτογραφιών, ενδεχομένως και ο τρόπος απεικόνισης μιας σειράς γεγονότων ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες από τις αρμόδιες για την προπαγάνδα βρετανικές υπηρεσίες. Αυτό που ισχύει για την αγγλική πλευρά υποθέτω ότι ισχύει και για τη γερμανική και την ιταλική πλευρά.
Η συγκυρία της εποχής, δηλαδή ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, προκαθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνο πώς θα καταγραφεί φωτογραφικά αυτή η περίοδος, αλλά και ποιοι θα το κάνουν, εξαιτίας της καταλυτικής επίδρασής του στην κοινωνία αλλά και της διαχείρισης της εικόνας του πολέμου από τις επιφορτισμένες με αυτόν τον ρόλο κυβερνητικές υπηρεσίες. Πρόκειται για καθοδηγούμενη απεικόνιση στο πλαίσιο της ελεγχόμενης πληροφόρησης, βασικής, ως γνωστόν, αρχής κάθε πολέμου.
Δύο περιπτώσεις, ενδεικτικά, υπογραμμίζουν αυτή την επέμβαση. Στα φωτογραφικά αρχεία του Imperial War Museum δεν έχω εντοπίσει φωτογραφικά τεκμήρια της αιματηρής καταστολής της ανταρσίας στα δύο πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, τον Απρίλιο 1944, όπως επίσης και φωτογραφίες από τα γεγονότα της 3ης Δεκεμβρίου 1944, όταν Ελληνες αστυνομικοί άνοιξαν πυρ εναντίον της διαδήλωσης του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος, ενώ από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», το Στρατηγείο των βρετανικών Δυνάμεων στην Ελλάδα, παρακολουθούσαν την πορεία της διαδήλωσης Αγγλοι και Αμερικανοί στρατιωτικοί, ξένοι δημοσιογράφοι και διπλωμάτες. Ο Dmitri Kessel, αυτόπτης μάρτυς και φωτογράφος των γεγονότων, αναφέρει 23 νεκρούς και 140 τραυματίες.
Στο Imperial War Museum είναι όμως προσιτές στην έρευνα φωτογραφίες από τη βρετανική στρατιωτική εμπλοκή με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της Αθήνας στις οδομαχίες που ακολούθησαν. Η απουσία φωτογραφικών τεκμηρίων από επίσημες βρετανικές πηγές σ' αυτές τις δύο περιπτώσεις θέλει, κατά τη γνώμη μου, να υπογραμμίσει ότι η Αγγλία δεν εμπλέκεται σε συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων. Σχήμα τουλάχιστον οξύμωρον, αν ληφθεί υπόψη η καταλυτική βρετανική επέμβαση στις ελληνικές υποθέσεις την περίοδο αυτή. Οταν όμως οι φωτογράφοι του αγγλικού στρατού ακολουθούν τις βρετανικές δυνάμεις στις επιχειρήσεις τους στο κέντρο και στις συνοικίες της Αθήνας, στην πόλη ισχύει πλέον ο στρατιωτικός νόμος που κηρύσσει με διάγγελμά του στις 4 Δεκεμβρίου ο αντιστράτηγος Ronald Scobie, στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας.
Η στρατιωτική πλέον διαχείριση της κρίσης, όπως άλλωστε και η πολιτική, είναι ουσιαστικά αγγλική υπόθεση, επομένως η βρετανική συμβολή μπορεί και πρέπει να αποτυπωθεί και φωτογραφικά. Οι φωτογραφίες αυτές αποτυπώνουν και την πολιτική διάσταση των γεγονότων που καταγράφουν.
Στην περίοδο από την αρχή του πολέμου, τον Οκτώβριο του 1940, μέχρι την υποχώρηση των Βρετανών, του Γεωργίου και της κυβέρνησης από την Κρήτη τον Μάιο του 1941, οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται προβάλλουν τη συμμαχική βοήθεια και κυρίως μια σίγουρη πολιτική και στρατιωτική ηγεσία που καθοδηγεί την προσπάθεια λαού και στρατού να αμυνθεί. Αυτές οι φωτογραφίες αποπνέουν αίσθημα ασφάλειας, χωρίς να δείχνουν όμως τη γερμανοφοβία και την ηττοπάθεια του Γενικού Επιτελείου Στρατού και των μελών της κυβέρνησης ούτε τη βαθύτατη διαφωνία τους με τους Αγγλους ως προς τη χάραξη κοινής αμυντικής γραμμής απέναντι στην επερχόμενη γερμανική επίθεση.
Παράλληλα με το BBC στα ερτζιανά κύματα, την παρουσία και δράση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που ανασυγκροτούνται στη Μέση Ανατολή αναλαμβάνουν στον χώρο της εικόνας (φωτογραφίες και φιλμ) να προβάλουν οι αρμόδιες βρετανικές φωτογραφικές υπηρεσίες. Στο πλαίσιο αυτό οι φωτογραφίες δείχνουν τον στρατό να εξοπλίζεται με σύγχρονα όπλα, να ακούει με κατάνυξη και φυσικά να προσκυνά τον στρατιωτικό ιερέα φιλώντας τον σταυρό που του προτείνει, απόδειξη ότι η Εκκλησία είναι πάντα στο πλευρό του μαχόμενου λαού, να διασκεδάζει με παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς, να παρελαύνει σε κατάμεστο από την ελληνική παροικία γήπεδο της Αλεξάνδρειας, τον βασιλιά να επιθεωρεί με τον υπουργό Στρατιωτικών Καραπαναγιώτη το τεθωρακισμένο σύνταγμα αυτοκινήτων.
Εκτός όμως από τα θέματα που αυτές οι φωτογραφίες απεικονίζουν σε πρώτο επίπεδο, υπάρχουν και άλλες διαστάσεις, οι οποίες δεν αποτυπώνονται, παρά το γεγονός ότι αφορούν τα ίδια γεγονότα που καταγράφονται σ' αυτές. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:
α) Επειδή ο φωτογράφος δεν γνωρίζει αυτές τις διαστάσεις.
β) Επειδή, όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αρμόδια βρετανική υπηρεσία που διαχειρίζεται την επίσημη απεικόνιση των γεγονότων στη Μέση Ανατολή, επιλέγει να μην τις αποτυπώσει ή στην περίπτωση που τις αποτυπώνει, αποφασίζει να μην επιτρέψει την προσπέλαση σ' αυτές τις φωτογραφίες.
Στην ουσία πρόκειται για την πολιτική διάσταση αυτών των γεγονότων, η οποία δεν απεικονίζεται στις φωτογραφίες που αναφέραμε. Συγκεκριμένα δεν αποτυπώνεται η έντονη πολιτικοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, όπου κυριαρχούν οργανώσεις που πρόσκεινται στο ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, αν όχι βεβαιότητα, οι στρατιώτες που ακούν με κατάνυξη τον ιερέα να είναι οργανωμένοι στην Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση. Η ελληνική παροικία της Αιγύπτου είναι και αυτή διχασμένη μεταξύ βασιλικών και δημοκρατικών / βενιζελικών. Αυτός ο διχασμός του πλήθους που παρακολουθεί και του αγήματος που παρελαύνει, δεν απεικονίζεται στη φωτογραφία αυτής της εκδήλωσης και σε άλλες παρόμοιες.
Η φωτογραφία με τον Γεώργιο να επιθεωρεί ένα τέλεια παρατεταγμένο σύνταγμα τεθωρακισμένων αυτοκινήτων δεν αποκαλύπτει ότι η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση το ελέγχει πλήρως και ύστερα από λίγους μήνες θα προσχωρήσει ολόκληρο, από τον διοικητή του μέχρι τον τελευταίο φαντάρο, στο κίνημα του Απριλίου 1944 που υποστηρίζει το ΕΑΜ.
Η ανάπτυξη του ΕΑΜ στην Ελλάδα και η αντιπαράθεσή του με τη βρετανική πολιτική έχει αντίκτυπο και στη φωτογραφική απεικόνιση των γεγονότων που το αφορούν. Στο πλαίσιο του ευρύτερου συμμαχικού αγώνα δεν μπορεί η αγγλική κυβέρνηση να αποσιωπήσει την ύπαρξη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Αυτό όμως που μπορεί να κάνει είναι να μειώσει τη συμβολή του. Παράλληλα με την κατευθυντήρια γραμμή που δίνει η Υπηρεσία Πολιτικού Πολέμου (Political Warfare Executive) στο θέμα αυτό, διαπιστώνεται η απουσία φωτογραφιών από επίσημες αγγλικές πηγές, όπως προκύπτει από τις φωτογραφικές συλλογές του Imperial War Museum με θέμα τον ΕΛΑΣ, σε αντιπαράθεση με ό,τι συμβαίνει με τον ΕΔΕΣ, όπου υπάρχουν φωτογραφικά τεκμήρια. Είναι σαφές ότι σε περιπτώσεις όπως αυτές η απουσία του φακού είναι πολιτική απόφαση, όπως επίσης και η παρουσία του φακού είναι πολιτική απόφαση.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των φωτογραφιών από το Imperial War Museum που καλύπτουν την περίοδο της απελευθέρωσης μέχρι και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου είναι ότι, σε αντίθεση με τις περισσότερες φωτογραφίες από τη Μέση Ανατολή, απεικονίζουν την πραγματική διάσταση των γεγονότων.
Οι φωτογραφίες αυτής της περιόδου δείχνουν πως οι πολιτικές εξελίξεις μετατρέπουν σταδιακά τον αρχικό ενθουσιασμό για την απελευθέρωση σε διχασμό και σύγκρουση. Η αγγλική παρουσία αντιμετωπίζεται με δυσπιστία αλλά και εμπιστοσύνη.
Τη δυσπιστία αποτυπώνουν καθαρά φωτογραφίες από τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος. Την εμπιστοσύνη καταγράφουν φωτογραφίες ομάδας Αθηναίων στην ίδια πλατεία, οι οποίοι χειροκροτούν τον Αγγλο στρατηγό Ronald Scobie. Στο πρόσωπό του βλέπουν τον εγγυητή του αστικού καθεστώτος. Οι φωτογραφίες ενός Αμερικανο-ουκρανού φωτογράφου, του Dmitri Kessel, αποτυπώνουν το χτύπημα της διαδήλωσης της 3ης Δεκεμβρίου σε όλες του τις διαστάσεις. Οπως υπογραμμίσαμε στην αρχή, η δυναμική επίλυση του ελληνικού προβλήματος είναι καθαρά βρετανική υπόθεση και ως τέτοια πρέπει να απαθανατιστεί από τους φωτογράφους των αγγλικών δυνάμεων.
Εχει πλέον αξιωματικό χαρακτήρα η διαπίστωση ότι η πρώτη απώλεια σ' έναν πόλεμο είναι η αλήθεια. Αυτό ισχύει, στις περισσότερες περιπτώσεις, και για τη φωτογραφία που αποτυπώνει τον πόλεμο. Στην περίπτωση της Ελλάδας, εκτός από τους φωτογράφους που λειτουργούν ατομικά, σύμφωνα με αυτά που πιστεύουν, οι πολιτικές σκοπιμότητες ήταν εκείνες που καθόρισαν: Αυτό που θα καταγραφεί. Πώς θα καταγραφεί; Αλλά και πώς θα χρησιμοποιηθεί;
Στόχος του κειμένου είναι να εξετάσει, με βάση το φωτογραφικό υλικό που έχουμε στη διάθεσή μας, πότε και σε ποιο βαθμό οι φωτογραφίες αποτυπώνουν και την πολιτική διάσταση των γεγονότων που απεικονίζουν, και σε τι πλαίσιο γίνεται αυτό. Επιπλέον, σε ποιες περιπτώσεις η συμβολή του ίδιου του φωτογράφου στην αποτύπωση αυτής της πολιτικής διάστασης είναι καθοριστική.
Ο ανώνυμος Αυστραλός φωτογράφος της στρατιωτικής φωτογραφικής μονάδας που συνοδεύει την αυστραλέζικη μεραρχία στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941 και αποχωρεί μαζί της κατά την υποχώρηση, έχει άλλη αντίληψη και εικόνα για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα και άλλη ο Σπύρος Μελετζής, όταν αποφασίζει να ανεβεί στο βουνό και να φωτογραφίσει το κίνημα της Αντίστασης.
Οταν την αποτύπωση των γεγονότων αυτής της περιόδου αναλαμβάνει μία κρατική υπηρεσία, στην περίπτωσή μας οι φωτογραφικές υπηρεσίες του βρετανικού στρατού, η φωτογραφική απεικόνιση αυτής της περιόδου, αλλά και η χρήση των φωτογραφιών που προκύπτουν, εντάσσονται αναπόφευκτα στην πολιτική που εφαρμόζει για τη χώρα αυτή η βρετανική κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό η θεματική των φωτογραφιών, ενδεχομένως και ο τρόπος απεικόνισης μιας σειράς γεγονότων ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες από τις αρμόδιες για την προπαγάνδα βρετανικές υπηρεσίες. Αυτό που ισχύει για την αγγλική πλευρά υποθέτω ότι ισχύει και για τη γερμανική και την ιταλική πλευρά.
Η συγκυρία της εποχής, δηλαδή ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, προκαθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνο πώς θα καταγραφεί φωτογραφικά αυτή η περίοδος, αλλά και ποιοι θα το κάνουν, εξαιτίας της καταλυτικής επίδρασής του στην κοινωνία αλλά και της διαχείρισης της εικόνας του πολέμου από τις επιφορτισμένες με αυτόν τον ρόλο κυβερνητικές υπηρεσίες. Πρόκειται για καθοδηγούμενη απεικόνιση στο πλαίσιο της ελεγχόμενης πληροφόρησης, βασικής, ως γνωστόν, αρχής κάθε πολέμου.
Δύο περιπτώσεις, ενδεικτικά, υπογραμμίζουν αυτή την επέμβαση. Στα φωτογραφικά αρχεία του Imperial War Museum δεν έχω εντοπίσει φωτογραφικά τεκμήρια της αιματηρής καταστολής της ανταρσίας στα δύο πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, τον Απρίλιο 1944, όπως επίσης και φωτογραφίες από τα γεγονότα της 3ης Δεκεμβρίου 1944, όταν Ελληνες αστυνομικοί άνοιξαν πυρ εναντίον της διαδήλωσης του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος, ενώ από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», το Στρατηγείο των βρετανικών Δυνάμεων στην Ελλάδα, παρακολουθούσαν την πορεία της διαδήλωσης Αγγλοι και Αμερικανοί στρατιωτικοί, ξένοι δημοσιογράφοι και διπλωμάτες. Ο Dmitri Kessel, αυτόπτης μάρτυς και φωτογράφος των γεγονότων, αναφέρει 23 νεκρούς και 140 τραυματίες.
Στο Imperial War Museum είναι όμως προσιτές στην έρευνα φωτογραφίες από τη βρετανική στρατιωτική εμπλοκή με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της Αθήνας στις οδομαχίες που ακολούθησαν. Η απουσία φωτογραφικών τεκμηρίων από επίσημες βρετανικές πηγές σ' αυτές τις δύο περιπτώσεις θέλει, κατά τη γνώμη μου, να υπογραμμίσει ότι η Αγγλία δεν εμπλέκεται σε συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων. Σχήμα τουλάχιστον οξύμωρον, αν ληφθεί υπόψη η καταλυτική βρετανική επέμβαση στις ελληνικές υποθέσεις την περίοδο αυτή. Οταν όμως οι φωτογράφοι του αγγλικού στρατού ακολουθούν τις βρετανικές δυνάμεις στις επιχειρήσεις τους στο κέντρο και στις συνοικίες της Αθήνας, στην πόλη ισχύει πλέον ο στρατιωτικός νόμος που κηρύσσει με διάγγελμά του στις 4 Δεκεμβρίου ο αντιστράτηγος Ronald Scobie, στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας.
Η στρατιωτική πλέον διαχείριση της κρίσης, όπως άλλωστε και η πολιτική, είναι ουσιαστικά αγγλική υπόθεση, επομένως η βρετανική συμβολή μπορεί και πρέπει να αποτυπωθεί και φωτογραφικά. Οι φωτογραφίες αυτές αποτυπώνουν και την πολιτική διάσταση των γεγονότων που καταγράφουν.
Στην περίοδο από την αρχή του πολέμου, τον Οκτώβριο του 1940, μέχρι την υποχώρηση των Βρετανών, του Γεωργίου και της κυβέρνησης από την Κρήτη τον Μάιο του 1941, οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται προβάλλουν τη συμμαχική βοήθεια και κυρίως μια σίγουρη πολιτική και στρατιωτική ηγεσία που καθοδηγεί την προσπάθεια λαού και στρατού να αμυνθεί. Αυτές οι φωτογραφίες αποπνέουν αίσθημα ασφάλειας, χωρίς να δείχνουν όμως τη γερμανοφοβία και την ηττοπάθεια του Γενικού Επιτελείου Στρατού και των μελών της κυβέρνησης ούτε τη βαθύτατη διαφωνία τους με τους Αγγλους ως προς τη χάραξη κοινής αμυντικής γραμμής απέναντι στην επερχόμενη γερμανική επίθεση.
Παράλληλα με το BBC στα ερτζιανά κύματα, την παρουσία και δράση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που ανασυγκροτούνται στη Μέση Ανατολή αναλαμβάνουν στον χώρο της εικόνας (φωτογραφίες και φιλμ) να προβάλουν οι αρμόδιες βρετανικές φωτογραφικές υπηρεσίες. Στο πλαίσιο αυτό οι φωτογραφίες δείχνουν τον στρατό να εξοπλίζεται με σύγχρονα όπλα, να ακούει με κατάνυξη και φυσικά να προσκυνά τον στρατιωτικό ιερέα φιλώντας τον σταυρό που του προτείνει, απόδειξη ότι η Εκκλησία είναι πάντα στο πλευρό του μαχόμενου λαού, να διασκεδάζει με παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς, να παρελαύνει σε κατάμεστο από την ελληνική παροικία γήπεδο της Αλεξάνδρειας, τον βασιλιά να επιθεωρεί με τον υπουργό Στρατιωτικών Καραπαναγιώτη το τεθωρακισμένο σύνταγμα αυτοκινήτων.
Εκτός όμως από τα θέματα που αυτές οι φωτογραφίες απεικονίζουν σε πρώτο επίπεδο, υπάρχουν και άλλες διαστάσεις, οι οποίες δεν αποτυπώνονται, παρά το γεγονός ότι αφορούν τα ίδια γεγονότα που καταγράφονται σ' αυτές. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:
α) Επειδή ο φωτογράφος δεν γνωρίζει αυτές τις διαστάσεις.
β) Επειδή, όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αρμόδια βρετανική υπηρεσία που διαχειρίζεται την επίσημη απεικόνιση των γεγονότων στη Μέση Ανατολή, επιλέγει να μην τις αποτυπώσει ή στην περίπτωση που τις αποτυπώνει, αποφασίζει να μην επιτρέψει την προσπέλαση σ' αυτές τις φωτογραφίες.
Στην ουσία πρόκειται για την πολιτική διάσταση αυτών των γεγονότων, η οποία δεν απεικονίζεται στις φωτογραφίες που αναφέραμε. Συγκεκριμένα δεν αποτυπώνεται η έντονη πολιτικοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, όπου κυριαρχούν οργανώσεις που πρόσκεινται στο ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, αν όχι βεβαιότητα, οι στρατιώτες που ακούν με κατάνυξη τον ιερέα να είναι οργανωμένοι στην Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση. Η ελληνική παροικία της Αιγύπτου είναι και αυτή διχασμένη μεταξύ βασιλικών και δημοκρατικών / βενιζελικών. Αυτός ο διχασμός του πλήθους που παρακολουθεί και του αγήματος που παρελαύνει, δεν απεικονίζεται στη φωτογραφία αυτής της εκδήλωσης και σε άλλες παρόμοιες.
Η φωτογραφία με τον Γεώργιο να επιθεωρεί ένα τέλεια παρατεταγμένο σύνταγμα τεθωρακισμένων αυτοκινήτων δεν αποκαλύπτει ότι η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση το ελέγχει πλήρως και ύστερα από λίγους μήνες θα προσχωρήσει ολόκληρο, από τον διοικητή του μέχρι τον τελευταίο φαντάρο, στο κίνημα του Απριλίου 1944 που υποστηρίζει το ΕΑΜ.
Η ανάπτυξη του ΕΑΜ στην Ελλάδα και η αντιπαράθεσή του με τη βρετανική πολιτική έχει αντίκτυπο και στη φωτογραφική απεικόνιση των γεγονότων που το αφορούν. Στο πλαίσιο του ευρύτερου συμμαχικού αγώνα δεν μπορεί η αγγλική κυβέρνηση να αποσιωπήσει την ύπαρξη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Αυτό όμως που μπορεί να κάνει είναι να μειώσει τη συμβολή του. Παράλληλα με την κατευθυντήρια γραμμή που δίνει η Υπηρεσία Πολιτικού Πολέμου (Political Warfare Executive) στο θέμα αυτό, διαπιστώνεται η απουσία φωτογραφιών από επίσημες αγγλικές πηγές, όπως προκύπτει από τις φωτογραφικές συλλογές του Imperial War Museum με θέμα τον ΕΛΑΣ, σε αντιπαράθεση με ό,τι συμβαίνει με τον ΕΔΕΣ, όπου υπάρχουν φωτογραφικά τεκμήρια. Είναι σαφές ότι σε περιπτώσεις όπως αυτές η απουσία του φακού είναι πολιτική απόφαση, όπως επίσης και η παρουσία του φακού είναι πολιτική απόφαση.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των φωτογραφιών από το Imperial War Museum που καλύπτουν την περίοδο της απελευθέρωσης μέχρι και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου είναι ότι, σε αντίθεση με τις περισσότερες φωτογραφίες από τη Μέση Ανατολή, απεικονίζουν την πραγματική διάσταση των γεγονότων.
Οι φωτογραφίες αυτής της περιόδου δείχνουν πως οι πολιτικές εξελίξεις μετατρέπουν σταδιακά τον αρχικό ενθουσιασμό για την απελευθέρωση σε διχασμό και σύγκρουση. Η αγγλική παρουσία αντιμετωπίζεται με δυσπιστία αλλά και εμπιστοσύνη.
Τη δυσπιστία αποτυπώνουν καθαρά φωτογραφίες από τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ στην πλατεία Συντάγματος. Την εμπιστοσύνη καταγράφουν φωτογραφίες ομάδας Αθηναίων στην ίδια πλατεία, οι οποίοι χειροκροτούν τον Αγγλο στρατηγό Ronald Scobie. Στο πρόσωπό του βλέπουν τον εγγυητή του αστικού καθεστώτος. Οι φωτογραφίες ενός Αμερικανο-ουκρανού φωτογράφου, του Dmitri Kessel, αποτυπώνουν το χτύπημα της διαδήλωσης της 3ης Δεκεμβρίου σε όλες του τις διαστάσεις. Οπως υπογραμμίσαμε στην αρχή, η δυναμική επίλυση του ελληνικού προβλήματος είναι καθαρά βρετανική υπόθεση και ως τέτοια πρέπει να απαθανατιστεί από τους φωτογράφους των αγγλικών δυνάμεων.
Εχει πλέον αξιωματικό χαρακτήρα η διαπίστωση ότι η πρώτη απώλεια σ' έναν πόλεμο είναι η αλήθεια. Αυτό ισχύει, στις περισσότερες περιπτώσεις, και για τη φωτογραφία που αποτυπώνει τον πόλεμο. Στην περίπτωση της Ελλάδας, εκτός από τους φωτογράφους που λειτουργούν ατομικά, σύμφωνα με αυτά που πιστεύουν, οι πολιτικές σκοπιμότητες ήταν εκείνες που καθόρισαν: Αυτό που θα καταγραφεί. Πώς θα καταγραφεί; Αλλά και πώς θα χρησιμοποιηθεί;