Το μαγικό παράθυρο του περιπτέρου
Φωτογραφία του 1955
Η κοινωνική ιστορία ενός ελληνικού φαινομένου, του περιπτέρου, που χαρακτηρίζει τις πόλεις και γύρω από το οποίο οργανώνεται η καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων.
Από το ΒΗΜΑ, Κυριακή 7.11.2010, ανήμερα των Αυτοδιοικητικών Εκλογών.
Γράφει ο Ι. Ν. Μπασκόζος
«Αξιος συγχαρητηρίων έγινε ο κ. Δήμαρχος,ο οποίος αποφάσισε την ανέγερσιν πολλών περιπτέρων εις τας Αθήνας, τα οποία θα εκχωρήσει εις τους τραυματίας του πολέμου ή εις τα μέλη φονευθέντων πολεμιστών.Δεν φαντάζεται κανείς πόσα καλά θα προκύψουν αμέσως αμέσως εκ της ανεγέρσεως των περιπτέρων. Τα περίπτερα θα είναι ένας στολισμός της πόλεως,θα εξυπηρετηθούν διά αυτών και θα εύρουν πόρον ζωής πλείστοι ανάπηροι των δύο πολέμων. Θα εξαπλωθή διά του μέσου τούτου το ελληνικόν έντυπον,είτε εφημερίς είτε περιοδικόν είτε φυλλάδιον είτε βιβλίον.
Και θα γίνουν αιτία όπως αι μεγάλαι επαρχιακαί μας πόλεις κουνηθούν λιγάκι και μιμηθούν λιγάκι την πρωτεύουσαν».
(Σωτήρης Σκίπης,εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», 20 Οκτωβρίου 1919)
Οταν ο συγγραφέας και σκιτσογράφος Μίνως Αργυράκης επέστρεψε το 1956 από την Ευρώπη στην Αθήνα έγραψε στην εφημερίδα «Εμπρός» ότι «η μοντέρνα Αθήνα είναι μια Βαβέλ από λιμουζίνες, στραβοβαλμένα κτίρια, περίπτερα και τουρίστες». Η εικόνα δεν έχει αλλάξει πολύ. Ακόμη και σήμερα η Αθήνα χαρακτηρίζεται από την πληθώρα των περιπτέρων της ενώ παραμένουν τα στραβοβαλμένα κτίριά της. Μόνο οι τουρίστες είναι λίγοι και οι λιμουζίνες έχουν αντικατασταθεί από Καγέν, ΒΜW και φυσικά πολλά ταξί. Αλλά είναι δύσκολο για τον κάτοικο της πόλης, κυρίως της μεγάλης πόλης, να φανταστεί τη ζωή του χωρίς περίπτερα.
Περίπτερο στην οδό Ακαδημίας, έξω από το κινηματογράφο Ίριδα, 1964
Από την καπνοσακούλα στα πούρα
Τα πρώτα περίπτερα ήταν μαγαζάκια που πουλούσαν καπνό και καπνοσακούλες. Μετά τη δε καετία του 1860, με τη ζήτηση του καπνού να αυξάνεται, τα μικρά ευκαιριακά καπνοπωλεία εξελίσσονται σε οργανωμένα μαγαζιά. Χάρμα οφθαλμών οι όμορφες προσεγμένες βιτρίνες τους διαφημίζουν ποικιλίες καπνού, σιγαρόχαρτων, τουμπεκίων, πούρων, σιγαρέττων. Παράλληλα στα περίπτερα πωλούνται διάφορα αντικείμενα συνοδευτικά του καπνίσματος, όπως καπνοσακούλες, σιγαροθήκες και πίπες τσιγάρων, που σκαρφαλώνουν και αυτά στις φωταγωγημένες προθήκες.
«Αφίκετο εκ Σπετσών την παρελθούσαν Πέμπτην ο κ. Σπύρος Μερκούρης. Εξεδόθη το 24ον τεύχος του φιλολογικού περιοδικού “Ιρις” Αθηνών περιέχον πλην της φιλολογικής ύλης και μιαν επιστολήν του κ. Παλαμά. Τα λαμπρόν αυτό περιοδικό θα πωλήται από αύριον αντί 25 λεπτών εις τα περίπτερα των πλατειών Συντάγματος και Ομόνοιας». Με αυτό τον άκρως γλαφυρό και παραστατικό τρόπο στα μέσα του 1889 η εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ» γνωστοποιούσε τη δημιουργία των πρώτων περιπτέρων στην Αθήνα σε μια ταραγμένη για πολλούς λόγους εποχή.
Τα περίπτερα από τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα τα διαχειρίζονταν ανάπηροι πολέμων. Τον Σεπτέμβριο του 1922 το υπουργείο Περιθάλψεως κατέθεσε νομοσχέδιο σύμφωνα με το οποίο και κατά τους νόμους 254 και 1960, οι οποίοι αναφέρονται στα ήδη ανεγερθέντα περίπτερα αλλά και σε αυτά που πρόκειται να ανεγερθούν στο μέλλον, αυτά θα παραχωρούνται προς αποκλειστική χρήση στην Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921.
Η παραχώρηση περιπτέρου, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, είναι προσωπική και μόνο υπόθεση. Δεν επιτρέπεται να πωληθεί, να μεταβιβαστεί, να μπει σε καθεστώς υποθήκης, να υπομισθωθεί. Επίσης επιτρέπεται συνεταιρισμός μόνο μεταξύ δύο εταίρων και με την άδεια μόνο του υπουργείου. Σε περίπτωση θανάτου του κατόχου η χρήση και εκμετάλλευση του περιπτέρου μεταβιβάζεται αυτόματα στη γυναίκα και στα παιδιά του αναπήρου-τραυματία και αργότερα περιέρχεται και πάλι στον έλεγχο της Ένωσης. Το ποσό μισθώσεως ξεκινούσε από τις 20 δραχμές και έφτανε ως τις 250 δραχμές. Τα όποια χρήματα εισπραχθούν «θα διατεθούν υπέρ της δημιουργίας ειδικού ταμείου προικοδοτήσεως θυγατέρων και τραυματιών πολέμου». Μη μας παραξενεύει που υπήρχε τέτοια ευαισθησία με τους αναπήρους. Είχαν μεσολαβήσει οι πόλεμοι του ΄12-΄13 και λίγο μετά η Μικρασιατική Καταστροφή, με αποτέλεσμα τραυματίες και ανάπηροι να γεμίζουν τους αθηναϊκούς δρόμους ζητώντας ελεημοσύνη και βοήθεια ενώ το κράτος αδυνατούσε να μεριμνήσει γι΄ αυτούς.
Τρεις εκδόσεις την ημέρα
Αυτή την εποχή άρχισαν να πωλούνται στα περίπτερα και οι εφημερίδες. Οι εφημερίδες για την Ελλάδα της εποχής εκείνης αποτελούσαν είδος πρώτης ανάγκης. Λόγω της σημασίας των ειδήσεων και της έλλειψης άλλων μέσων κυκλοφορούσαν σε τρεις εκδόσεις την ημέρα. Τα νέα στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν δυσάρεστα, γεγονός που τις καθιστούσε αναγκαίο «κακό» της καθημερινότητας. Το επόμενο προϊόν που μπορούσαν να πωλούν τα περίπτερα ήταν τα τσιγάρα. Στην αρχή τα περίπτερα πωλούσαν ξεχωριστά τα τσιγάρα και ξεχωριστά τον καπνό. Αργότερα όμως οι καπνοβιομηχανίες άρχισαν να πωλούν έτοιμα τσιγάρα με ή χωρίς φίλτρο.
Ταυτόχρονα άλλαξε και η κατάσταση στο θέμα της κατασκευής των περιπτέρων. Το περίπτερο έγινε ομοιόμορφο, ομοιόχρωμο και με τις ίδιες διαστάσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα (1,30Χ1,50 μ.), με εξωτερικά ρολά ασφαλείας και ψυγεία για αναψυκτικά. Τα περίπτερα τοποθετήθηκαν στα πεζοδρόμια, στις πλατείες, στα άλση των πόλεων και των χωριών. Τα τετραγωνικά όπου τοποθετούνταν τα περίπτερα προσδιορίζονταν από τις τοπικές αρχές με την προϋπόθεση ότι δεν παρεμπόδιζαν την κίνηση πεζών και τροχοφόρων.
Τα πρώτα χρόνια τις άδειες των περιπτέρων έδινε το υπουργείο Πρόνοιας, ενώ αργότερα η αρμοδιότητα αυτή πέρασε στις κατά τόπους νομαρχίες. Τα καινούργια περίπτερα κατασκευάζονταν με τη φροντίδα των δικαιούχων και αποτελούσαν αποκλειστικό περιουσιακό τους στοιχείο.
Περίπτερο στο Σύνταγμα, 1965
Τα ψυγεία πάγου
Αργότερα, γύρω στο 1940, στα περίπτερα εισήλθαν προς πώληση τα ζαχαρώδη και τα αναψυκτικά με τη βοήθεια των ψυγείων πάγου. Η κίνηση αυτή βοήθησε τις εγχώριες βιομηχανίες όπως η Ηβη να καταλάβουν με αναψυκτικά, πορτοκαλάδες, λεμονάδες και γκαζόζες έναν μεγάλο χώρο στην γκάμα των προϊόντων περιπτέρου. Τα φυλλαράκια τσίκλας με γεύση δυόσμου, κανέλας, μέντας και Τutti Frutti αποτέλεσαν τα πρώτα δείγματα τσίκλας που μπήκαν στα περίπτερα. Ακολούθησαν οι σοκολάτες ΙΟΝ με εξαιρετικά γλαφυρή διαφήμιση: «Είναι σαν να τρώτε για πρώτη φορά σοκολάτα γάλακτος. Ξεχωρίζει από τις άλλες γιατί, χάρη στην ειδική επεξεργασία που εφαρμόζει η ΙΟΝ,διατηρεί ακέραια το φυσικό της χρώμα και τα θρεπτικά συστατικά της.Απολαμβάνετε κάθε κομμάτι της και είναι σαν να τρώτε για πρώτη φορά».
Σήμερα στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι λειτουργούν πάνω από 17.000 περίπτερα. Από αυτά τα 5.500 βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή του Λεκανοπεδίου της Αθήνας και του Πειραιά, τα 1.500 στη Θεσσαλονίκη και τα υπόλοιπα 11.000 σε ολόκληρη την Ελλάδα, με έμφαση στους νομούς Ηρακλείου και Αχαΐας. Τα σημερινά περίπτερα έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην παγκοσμιοποίηση, αν σκεφθούμε ότι μέσω των προπληρωμένων καρτών σταθερής, κινητής τηλεφωνίας και Ιnternet βοηθούν τους πελάτες τους να ανακαλύψουν και να εισέλθουν στη νέα εποχή, στον κόσμο της παγκόσμιας επικοινωνίας. Δεν είναι περίεργο που ένα μεγάλο τμήμα των πελατών τους είναι αλλοδαποί μετανάστες «αναγκάζοντας» τους ανθρώπους που δουλεύουν σήμερα στα περίπτερα να μαθαίνουν ξένες γλώσσες όπως τα αλβανικά και τα ρωσικά αλλά και γλώσσες που προέρχονται από την ασιατική και την αφρικανική ήπειρο. Πολλοί αλβανοί μετανάστες είναι πια ιδιοκτήτες περιπτέρων.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι το δέσιμο του αστού με το περίπτερο είναι τόσο μεγάλο που κάποιοι επιχειρηματίες προσπάθησαν να δημιουργήσουν αλυσίδες νέου τύπου περιπτέρων (mini market) στις γειτονιές της Αθήνας αλλά απέτυχαν καθώς δεν μπορούσαν να προσφέρουν την προσωπική σχέση του περιπτερά με τη γειτονιά και τους ανθρώπους της.
Το Μινιόν ήταν περίπτερο
Το πρώτο περίπτερο με βιτρίνα το δημιούργησε ο Αγγελος Σεραφειμίδης, ένας νέος 25 χρόνων που φθάνει μετανάστης από την Αμερική με λίγα δολάρια στην τσέπη και θέλει να σταδιοδρομήσει στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Νοικιάζει ένα περίπτερο και έχει τη φαεινή ιδέα να ανοίξει τα δύο πλαϊνά του περιπτέρου και να τα μετατρέψει σε βιτρίνες! Και αντί να πουλάει εφημερίδες,τσιγάρα και καραμέλες,εκθέτει στις δύο βιτρινούλες του μικρά είδη: στυλό, γυαλιά,είδη ξυρίσματος,είδη καπνιστού, σουγιάδες,ψαλίδια κτλ. Οι τιμές του χαμηλότερες απ΄ αυτές που προσέφεραν τα ειδικά καταστήμα τα, όπως ο Σταυρίτης κ.ά. Ο τρόπος παρουσίασης των ειδών του και η εξυπηρέτηση στον πελάτη προκαλούν την προσοχή του κόσμου. Γρήγορα ο Σεραφειμίδης αναπτύσσει τις πωλήσεις και τις ποικιλίες του. Ο κόσμος σχολιάζει και μιλάει για το περίπτερό του,που ο ίδιος το έχει ονομάσει «Μινιόν». Ο Γιάννης Γεωργακάς ανακαλύπτει αυτόν τον δαιμόνιο νέο και γίνεται συνέταιρός του. Από αυτό το περίπτερο το 1934 ξεκίνησε η ιστορία του Μινιόν για να μετεξελιχθεί και από περίπτερο στα Χαυτεία να γίνει το 1945 το μεγάλο Μινιόν της οδού Πατησίων.