Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Κωσταλέξι.

Της Ιωάννας Μαρμπέα.

Τη στιγμή που η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα είναι στο έπακρο, τη στιγμή που οι οικογένειες έχουν μόνο ένα παιδί και πολύ το σκέφτονται για δεύτερο, λόγω των ισχυουσών κοινωνικοοικονομικών δεδομένων, κάποιοι άλλοι γονείς δίνουν τα παιδιά τους για υιοθεσία ή τα δωρίζουν γιατί δεν έχουν να τα αναθρέψουν. Και μέσα σε όλο αυτό τον πανικό τα φώτα της δημοσιότητας εστιάζονται στην κοινωνική κατηγορία των Ρομά.

Στερεοτυπικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις γι αυτούς τους ανθρώπους τους παρουσιάζουν άκαρδους, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ανεύθυνους, αμόρφωτους, εγκλωβισμένους στην δική τους κοινωνική κάστα.

Ασχολούνται με την κατηγορία των Ρομά αντί να εστιάζουν στην ουσία του προβλήματος που δεν είναι άλλη από το σεβασμό των παιδιών. Πόσο σεβόμαστε τα παιδιά και τους ίδιους μας τους εαυτούς από τη στιγμή που τα διαφοροποιούμε; Ποια είναι η δική μας κοινωνική...
μόρφωση και υπευθυνότητα που εξετάζουμε ένα τέτοιο σοβαρό γεγονός υπο το πρίσμα φυλετικών χαρακτηριστικών, που στοχοποιούμε άτομα, που θίγουμε κουλτούρες;

Στο προσωπάκι και τα μάτια της μικρής Μαρίας κρύβεται μια ολόκληρη ομάδα παιδιών που υποφέρουν και κακοποιούνται, ακόμα και στα πλαίσια της ίδιας τους της οικογένειας

Και αυτό εύκολα το καταλαβαίνει κανείς αν στη θέση της μικρής Μαρίας βάλουμε ένα οποιοδήποτε άλλο παιδί. Τι θα έφταιγε, λοιπόν, στην περίπτωση αυτή; Οι γονείς που είναι ρομά; Όχι βέβαια! Αν το συγκεκριμένο περιστατικό τάραξε τα λιμνάζοντα νερά τόσο της τοπικής, όσο πανελλαδικής, αλλά και παγκόσμια κοινωνίας, γιατί δεν μας ταράζει το γεγονός των αφανών περιπτώσεων π.χ. κακοποίησης παιδιών. Έχουμε μάθει να καταδικάζουμε ένα γεγονός, να αποδίδουμε ευθύνες σε τρίτους και μετά σιωπή.

Τόσο πολύ λοιπόν συγκλονιστήκαμε. Η μικρή αθίγγανη βρήκε τους γονείς και όλα εντάξει. Εφόσον, λοιπόν, κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους με βάση τη φυλή , τα πιστεύω, την νοοτροπία και κουλτούρα. Εφόσον εμείς είμαστε οι τέλειοι εξηγήστε μου γιατί αποσιωπούνται περιστατικά κακοποίησης παιδιών σε τοπικές κοινότητες, αλλά και σε γειτονιές μεγαλουπόλεων. Όλοι γνωρίζουν, κανένας όμως δε μιλά! Η ευαισθητοποίηση για τις αθώες παιδικές ψυχές σταματάει όταν τελειώνει το δελτίο ειδήσεων που αναφέρει τέτοια περιστατικά. Θεατές, λοιπόν, για μια ακόμα φορά στο έργο των νοσηρών παραθύρων της ζωής, παράθυρα που βλέπουμε αλλά σιωπούμε και μετά ρίχνουμε το βάρος στις υπηρεσίες πρόνοιας που δεν ήξεραν τα γεγονότα.

Δεν έχουμε κατανοήσει ότι μάρτυρες της καθημερινότητας είμαστε εμείς οι ίδιοι. Εμείς είμαστε ο νευραλγικός τομέας της κοινωνίας, όλοι μας. Αν εμείς αδιαφορούμε για ό,τι συμβαίνει γύρω μας πώς καταδικάζουμε με τόση ευκολία ανθρώπους; Πληροφοριοδότες της επικαιρότητας είναι οι άνθρωποι, που μέσα από το κοινωνικό σύμπλεγμα είμαστε ικανοί να εκτιμήσουμε γεγονότα και να μεταφέρουμε κάνοντας γνωστές στις αρμόδιες αρχές καταστάσεις που προσβάλλουν την ανθρώπινη ύπαρξη, ιδιαίτερα τα παιδιά.

Τα κροκοδείλια δάκρυα που κύλησαν στα πρόσωπα κάποιων για τη μικρή αθίγγανη, δεν πιστοποιούν την ευαισθησία μας για τα παιδιά. Απαιτείται έμπρακτη ευαισθητοποίηση από όλους μας. Εδώ δεν ισχύει το βλέπε άκουγε και σώπαινε, αλλά το βλέπε άκουγε και μίλησε. Πολλά παιδιά γλίτωσαν από χρόνια κακοποίηση χάρη στην αναφορά σε αρμόδιες αρχές από γείτονες ή περαστικούς.

Μια άλλη πληγή της κοινωνίας που νοσεί, η αμέλεια, η παραμέληση η κακοποίηση παιδιών, πρέπει να ενδιαφέρει την κοινή γνώμη. Η κοινή γνώμη είναι εκείνη που διαμορφώνει συνειδήσεις, αλλάζει καταστάσεις, θέτει όρια, φτιάχνει θεσμούς. Η δύναμή της τεράστια, γι’ αυτό άλλωστε και τα media προσπαθούν να τη διαμορφώσουν και άλλοτε να τη στειρώσουν από καθαρές σκέψεις. Αν καταλαβαίναμε τη δύναμή μας ως κοινωνία θα ήμασταν και καλύτερα.

Υπόθεση Κωσταλέξη στη Λαμία. Μας δείχνει για μια ακόμα φορά πώς η αδιαφορία της κοινής γνώμης για τα διαδραματιζόμενα παθογενή κοινωνικά δρώμενα μπορεί να αποβεί μοιραία για την ποιότητα της ζωής κάποιων ατόμων. Το λυπηρό είναι ότι όλοι γνώριζαν αλλά κανένας δε μιλούσε από το χωριό. Η 47χρονη που αντικρίζει τον ήλιο μετά από 29 ολόκληρα χρόνια εγκλεισμού της σ’ ένα μικρό χωριό. Η φρικτή ιστορία της ξεκινά από τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου. Η έφηβη τότε Ελένη, γόνος εθνικόφρονης οικογένειας, έκανε κάτι που στην μικρή και κλειστή κοινωνία του χωριού φάνταζε έγκλημα. Φήμες την ήθελαν να διατηρούσε ερωτική σχέση με τον δάσκαλο του χωριού, ο οποίος συν τοις άλλοις φερόταν να είχε προσχωρήσει στις τάξεις των κομμουνιστών ανταρτών. Η γονείς της και τα τρία αδέλφια της, μπροστά σ’ αυτήν την ντροπή, αποφασίζουν να δράσουν άμεσα κι αποφασιστικά. Φυλακίζουν την Ελένη στο ισόγειο του σπιτιού. Για αυτούς δεν υπάρχει πια. Το μοναδικό της ρούχο ήταν μια κουβέρτα ενώ δεν έβγαινε καθόλου από το δωμάτιο. Το πιο λυπηρό ήταν πως πολλοί κάτοικοι του χωριού φαίνεται να γνώριζαν τι συνέβαινε. Κανείς όμως, ακόμα κι όταν πέρασαν τα χρόνια, δεν τόλμησε να κάνει έστω και μια ανώνυμη καταγγελία.

Η ιστορία που αποκαλύφθηκε από τους δημοσιογράφους πήρε γρήγορα μεγάλες διαστάσεις. Ουσιαστικά κατηγορήθηκε όλο το χωριό, ότι αν και γνώριζε για τον εγκλεισμό δεν έκανε τίποτα για να ελευθερώσει την κοπέλα. Το Κωσταλέξι έγινε συνώνυμο με τη μιζέρια, την αθλιότητα και την απάνθρωπη συμπεριφορά.

Η κοινωνία μας δείχνει τα προβλήματα που την πνίγουν όπως τα καρκινώματα στα φυτά. Διάφορα απομονωμένα περιστατικά που βγαίνουν κατά καιρούς στη δημοσιότητα γίνονται δείκτες των κοινωνικών προβλημάτων. Η αδυναμία από μέρους να αφουγκραστούμε τα καμπανάκια κινδύνου μπορεί να αποβεί μοιραία για το εκάστοτε πρόβλημα. Τα προβλήματα παίρνουν δημοσιότητα σαν μια αστραπή που λάμπει και μετά εξαφανίζονται! Βγαίνει ο ήλιος και όλα καλά.

Δεν πρέπει να αναμένουμε την αστραπή που, ίσως, κάποια στιγμή η την επόμενη φορά χτυπήσει και το δικό μας σπίτι. Οι δραστικές λύσεις δίνονται όταν δεν ξεχνάμε γεγονότα, όταν δεν αποσιωπούμε καταστάσεις παθολογικές για την κοινωνία μας. Όταν δεν κλαίμε απλά και μόνο βλέποντας κοινωνικές εκπομπές που εξυμνούν κοινωνικά και οικογενειακά δράματα, αλλά όταν προλαμβάνουμε αυτές τις τραγικές καταστάσεις.

Κακά τα ψέματα αλλά πρέπει από απλοί θεατές του κοινωνικού δράματος, να αναλάβουμε δράση, να γίνουμε οι ίδιοι ηθοποιοί και να φτιάξουμε το τέλος που εμείς επιθυμούμε. Να δώσουμε ο καθένας με το τρόπο ανάσα στην αποπνικτική ατμόσφαιρα της κοινωνίας της μιζέριας και των δεινών. Να εκλείψει η απάθεια και να μην είμαστε οι παθητικοί δέκτες που κλαίνε τη μοίρα τους, αλλά οι παραγωγοί και οι συντελεστές που ο καθένας βάζει ανάλογα με το ρόλο που έχει στην κοινωνική τροχιά την κοινωνία σε εύρυθμη λειτουργία δίνοντας προτεραιότητα σε κοινωνικά πάσχοντες και αδύναμες ομάδες να υποστηρίξουν από μόνες τους τα δικαιώματα τους όπως τα παιδιά.

Και αν στο παρελθόν προσεγγίζαμε με λάθος τρόπο τα πράγματα και γινόμασταν απλοί αποδέκτες της νοσηρής πραγματικότητας χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για ό,τι μας τρόμαζε και μας συγκινούσε, ήρθε ο καιρός να αλλάξουμε.

Μια καινούρια μέρα ξημερώνει αύριο και όπως είπε και ο Πάουλο Κοέλο, Βραζιλιάνος συγγραφέας, 1947 Καμιά μέρα δεν είναι όμοια με την άλλη. Κάθε πρωί έχει το ξεχωριστό του θαύμα, τη μαγική στιγμή του, όπου οι γέρικοι

Κόσμοι καταρρέουν και ξεπροβάλλουν καινούριοι αστερισμοί

Η μικρή Μαρία, λοιπόν, και το κάθε παιδί ή έφηβος δεν έχει ανάγκη από κροκοδείλια δάκρυα! Η νοσηρή πραγματικότητα θα εξυγιανθεί μόνο αν όλοι μας ενδιαφερθούμε για τη μικρή ή μεγάλη Μαρία της διπλανής πόρτας, αν ενδιαφερθούμε για το συνάνθρωπο!

Ιωάννα Μαρμπέα.